συμπλήρωμα — blocking neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπλήρωμα — το 1. αυτό που πρέπει να προστεθεί για να συμπληρωθεί κάτι: Αφού έφαγε τη μερίδα του, ζήτησε και συμπλήρωμα για να χορτάσει. 2. το να συμπληρωθεί κάτι: Ήταν γι αυτόν δύσκολο το συμπλήρωμα ενός τόσο μεγάλου ποσού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
συμπληρώμασι — συμπλήρωμα blocking neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπληρώματα — συμπλήρωμα blocking neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπληρώματι — συμπλήρωμα blocking neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπληρώματος — συμπλήρωμα blocking neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Costas Montis — Κώστας Μόντης Born 1914 Famagusta, Cyprus Died 2004 Nicosia, Cyprus Occupation poet, novelist, playwright Costas Montis (Greek: Κώστας Μόντης, 1914–2004), was an influential and prolific Cypriot poet, novelist … Wikipedia
άλγεβρα — Ευρύτατος κύκλος επιστημονικών γνώσεων που ανάγονται στα μαθηματικά. Όρος με τον οποίο σήμερα χαρακτηρίζεται ο εκτενής εκείνος κλάδος των μαθηματικών που ασχολείται με τη σπουδή των συστημάτων με σχέσεις και πράξεις. Πρόκειται για συστήματα που… … Dictionary of Greek
συντακτικό — Μελέτη των συντακτικών αξιών των γλωσσικών τύπων. Από τους διάφορους τομείς έρευνας, που κληρονόμησε η σύγχρονη γλωσσολογία από την παραδοσιακή κανονιστική γραμματική, το σ. είναι εκείνο που θέτει τα περισσότερα προβλήματα. Κατά την αρχαία και τη … Dictionary of Greek
αναλύσεις, κλινικές — Μορφολογικές, φυσικές, χημικές και βιολογικές εξετάσεις, που γίνονται σε ιστούς, εκκρίματα, απεκκρίματα ή παθολογικά προϊόντα του οργανισμού, με σκοπό να οδηγηθεί ο γιατρός στη σωστή διάγνωση, στον καθορισμό της βαρύτητας και στην παρακολούθηση… … Dictionary of Greek